Η Μόμο

Συναρπαστική παραβολή, αλληγορικό παραμύθι, παραμυθένιο μυθιστόρημα, έχουν δοθεί τόσοι χαρακτηρισμοί σε αυτό το βιβλίο του  Μίχαελ Εντε. Ένα βιβλίο αλληγορικό, αλλά και προφητικό, ένα βιβλίο που πραγματεύεται την έννοια του χρόνου, σε μια ιστορία δεν μπορείς να την τοποθετήσεις ξεκάθαρα σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Γράφτηκε χρόνια πριν, μιλά για το παρόν και καθρεφτίζει το μέλλον που συνεχώς γίνεται.

Η ηρωίδα το βιβλίου η μικρή Μόμο,  θα μπορούσε να είναι το θηλυκό δίδυμο του Μικρού Πρίγκιπα. Προσεγγίζει τον κόσμο με την αθωότητα, την αγνότητα και την ίδια ανοιχτή στα θαύματα και στους ανθρώπους καρδιά, όπως το έκανε και ο ήρωας του Εξυπερύ.
Βρέθηκε στον κόσμο μας, κανείς δεν ξέρει πως, κανείς δεν ξέρει πότε. “Όσο θυμάμαι υπήρχα από πάντοτε”, απαντάει η ίδια.

Θα μπορούσαν να γραφτούν σελίδες αναλύσεων για το συμβολικό πρόσωπο της Μόμο.  Για όλα τα θαυμαστά και παράδοξα που λαμβάνουν χώρα στην ιστορία αυτή.
Για τους γκρίζους άνδρες με τα σκοτεινά πρόσωπα και τα άσβηστα στο στόμα τους τσιγάρα, τους ίδιους που κλέβουν το χρόνο των ανθρώπων, για τον ακοίμητο Μαστρο-'Ωρα, που θα γνωρίσει ένα και μοναδικό ύπνο στη ατελεύτητη ζωή τους, για την αινιγματική χελώνα Κασσιόπεια, για τον Τζίτζη, που μετέτρεψε τις ιστορίες του σε τηλεθέαση και στέρεψε από αυτές, για τον Μπέμπο τον οδοκαθαριστή, που εξαγοράζει χρόνο σκουπίζοντας αδιάκοπα τους δρόμους, για τα παιδιά που κλείστηκαν σε παιδικούς σταθμούς, εκεί που “τα παιχνίδια προγραμματίζονταν πάντα από τους επιστάτες και ήταν τέτοια που μπορούσαν να τους διδάξουν κάτι χρήσιμο”, για τους ανθρώπους που "κάνοντας οικονομία στο χρόνο δεν συνειδητοποιούσαν πως κάνανε οικονομία σε κάτι τελείως διαφορετικό, κάνανε οικονομία στην ίδια τους τη ζωή! Γιατί ο χρόνος είναι ζωή και η ζωή κατοικεί στην καρδιά. Και όσο περισσότερη οικονομία κάναν, τόσο λιγότερο ζούσαν πραγματικά".

Το βιβλίο αποτελεί μια αλληγορική πραγματεία για την έννοια του χρόνου. Είναι τόσο κοντά στο σήμερα, που είναι να θαυμάζεις την διορατικότητα του συγγραφέα, που σαράντα χρόνια πριν, εκεί που ο κόσμος μόλις είχε αρχίσει να αλλάζει και να μεταβάλλεται σε αυτό που είναι σήμερα, μπόρεσε να περιγράψει με τόση ευαισθησία και ακρίβεια αυτό που βιώνουμε στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις. Τη βιασύνη να προλάβουμε, να ανταποκριθούμε, να πετύχουμε, να πλουτίσουμε, να αποκτήσουμε, να (κατ-) έχουμε. Αλλά και την φτώχεια που μαστίζει τις ψυχές μας, τη μοναξιά της επιτυχίας, τις επιφανειακές σχέσεις, τις διαδικτυακές φιλίες, τις εικονικές φάρμες, τις εκ του ασφαλούς επαναστάσεις μας. Τη ζωή που αναλώνεται, μπροστά σε οθόνες, που δεν ζητούν παρά μόνο το χρόνο μας, όχι τη φροντίδα, ούτε τον κόπο μας.
Μεγαλώσαμε και μεγαλώνουμε μια γενιά ανθρώπων που δεν ξέρει να φροντίζει. Που δεν προλαβαίνει να νοιαστεί. Που καταναλώνει προμαγειρεμένα φαγητά, έτοιμες πληροφορίες, βιαστικούς έρωτες. Ζούμε στο βασίλειο του πλαστικού και έχουμε ανακηρύξει βασιλιά το πρόχειρο.

Η Μόμο είναι ο αντίποδας όλων αυτών των πραγμάτων. Είναι ο χρόνο που περνάς ακούγοντας ένα φίλο, είναι ο χρόνος που αφιερώνεις για να φροντίσεις τα λουλούδια στο μπαλκόνι σου, είναι η επίσκεψη στη γιαγιά που ζει μόνη, είναι η ιστορία που θα ακούσεις από ένα ηλικιωμένο στο τρένο, είναι ο χρόνος που θα περάσεις φτιάχνοντας κάστρα με τα παιδιά στην παραλία, επισκευάζοντας μόνος το ποδήλατο που χάλασε, ή βγάζοντας το σκύλο βόλτα μια μέρα με βροχή. Είναι ό,τι κάνει τη ζωή του καθενός μας ξεχωριστή, είναι οι φωτεινές πινελιές μέσα σε ένα κάδρο που θα ήταν διαφορετικά υπερβολικά γκρίζο. Είναι “το ζωντανό σύμβολο που επικυρώνει την ανάγκη του ανθρώπου να αγωνιστεί για ό,τι ανθρώπινο υπάρχει μέσα του”.

Το βιβλίο του Μίχαελ Έντε είναι πια κλασσικό και θα είναι για πάντα. Τουλάχιστον μέχρι και ο τελευταίος άνθρωπος πάνω στη γη να συνειδητοποιήσει ότι ο χρόνος που κυλά είναι ο μεγαλύτερος πλούτος μας. Ο χρόνος που κυλά μοιραζόμενος θα συμπλήρωνα.

Το βιβλίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ψυχογιός.




Σχόλια